Λιτόχωρο

Είναι χτισμένο στην πλαγιά της ψηλότερης κορυφής του Ολύμπου (Μύτικας, 2.918 μ.) κι όμως απέχει μόλις λίγα χιλιόμετρα από τη θάλασσα, αποτελώντας έτσι ιδανικό προορισμό όλες τις εποχές του χρόνου! Η γραφική κωμόπολη ξεχωρίζει για την παραδοσιακή της αρχιτεκτονική μακεδονικού ρυθμού και τις εναλλαγές της πλούσιας βλάστησης που την περιβάλλει, σε μια εξαίσια αισθητική αρμονία. Αποτελεί σημαντικό τουριστικό θέρετρο με άρτια ξενοδοχειακή υποδομή και τη συνηθέστερη αφετηρία για ορειβατικές εξορμήσεις στο «βουνό των θεών».

Τι θα Δείτε

Διον

Το Δίον ήταν μια αρχαιότατη πόλη στρατηγικής σημασίας και μια από τις πιο φημισμένες μακεδονικές πολιτείες. Η γεωγραφική θέση του αρχαίου Δίου τοποθετείται στους ανατολικούς πρόποδες του Ολύμπου, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η ομώνυμη κωμόπολη. Όπως μαρτυρούν ο Στράβωνας και ο Λίβιος, το Δίον «πόλις ουκ εν τω αιγιαλώ του Θερμαϊκού Κόλπου εστίν εν ταις υπωρείαις του Ολύμπου, αλλ’ όσον επτά απέχει σταδίους». Η πρώτη γραπτή αναφορά στο Δίον είναι στον Θουκυδίδη, ο οποίος την αναφέρει ως την πρώτη πόλη από την οποία πέρασε ο στρατηγός της Σπάρτης Βρασίδας το 424 π.Χ.

Η πόλη φαίνεται να ιδρύθηκε από τους Περραιβούς της Θεσσαλίας, προς τιμήν του Δία (σύμφωνα με όσα υποστηρίζει ο ιστορικός Δήμιτσας). Το όνομα της πόλης αποδίδεται στον Δία. Κάθε χρόνο γίνονταν τα «Δία», με κέντρο τον ναό του πατέρα των θεών. Στο Δίον τελούνταν και αθλητικοί αγώνες, τα “Ολύμπια τα εν Δίω”, και επινίκιες εορτές και θυσίες. Οι κάτοικοι του τόπου λέγονταν και Δίοι, Διείς και Διασταί. Ο πρώτος μήνας του μακεδονικού έτους ονομάστηκε Δίος. Η πόλη συνδέθηκε επίσης με τον Ορφέα, καθώς μία παράδοση αναφέρει ότι ο τελευταίος σκοτώθηκε από γυναίκες του Δίου και στον τόπο εκείνο τοποθετήθηκε πέτρινη υδρία με τα οστά του.

Στο Δίον λειτουργεί κάθε χρόνο και Έκθεση Ψηφιδωτού στο Κέντρο Μεσογειακών Ψηφιδωτών στα πλαίσια του Φεστιβάλ Ολύμπου. Από αθλητική άποψη, πρέπει να αναφερθεί η ύπαρξη του Ομίλου Φιλάθλων Δίου, με την επωνυμία “Ο Δευκαλίων”.

Πλάκα Λιτοχώρου

Ανατολικά της κωμόπολης του Λιτοχώρου βρίσκεται η περιοχή Πλάκα, γνωστή στην Πιερία ως Πλάκα Λιτοχώρου. Η περιοχή εκτείνεται από τη Λεπτοκαρυά μέχρι το λιμάνι της Γρίτσας. Μέσα από την Πλάκα περνάει ο αυτοκινητόδρομος Ε75 (Εθνική οδός Αθηνών-Θεσσαλονίκης). Η παραλία της Πλάκας αριθμεί πληθώρα ξενοδοχείων, εστιατορίων, τουριστικών κάμπινγκ και νυχτερινών κέντρων καθώς αποτελεί τουριστικό προορισμό για πολλούς κατοίκους των νομών Πιερίας, Θεσσαλονίκης και Λάρισας. Στην Πλάκα Λιτοχώρου υπάρχουν επίσης πολυτελείς οικίες, κτήματα με ελαιόδεντρα και καπνά.

Μονή Αγίου Διονυσίου

Η Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή του Αγίου Διονυσίου του εν Ολύμπω είναι η σημαντικότερη Μονή στον νομό Πιερίας. Βρίσκεται στον Όλυμπο, σε υψόμετρο 900 μ. σε θέση φύσει οχυρή ανάμεσα σε δύο ρέματα και απέχει 18 χιλιόμετρα από το Λιτόχωρο.

Η Παλαιά Μονή ιδρύθηκε το 16ο αιώνα από τον Άγιο Διονύσιο εν Ολύμπω και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας σημείωσε οικονομική και πνευματική ακμή. Μετά το 1821 καταλήφθηκε από τον τουρκικό στρατό, πυρπολήθηκε και λεηλατήθηκε. Το 1943 ανατινάχθηκε από την Γερμανική Βέρμαχτ. Έκτοτε μεταφέρθηκε στο Μετόχι της, κοντά στο Λιτόχωρο. Μέχρι το 1928 το Μοναστήρι ήταν Σταυροπηγιακό, Πατριαρχικό υπό την δικαιοδοσία του Οικουμενικού θρόνου. Το 1928  υπήχθη στις Νέες Χώρες.

Σήμερα αναπτύσσει πνευματική και φιλανθρωπική δραστηριότητα, με ολοήμερες εξομολογήσεις και πνευματικές διδαχές κάθε Κυριακή πρωί μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας, όπως επίσης διαλόγους, συνέδρια και ολονύκτιες αγρυπνίες. Πανηγυρίζει στις 23 Ιανουαρίου, που είναι και η ημέρα μνήμης του Αγίου Διονυσίου. Επίσης, στις 14 Σεπτεμβρίου τελείται η τοπική εορτή του Σταυρού, στην Παλαιά Μονή του Αγίου Διονυσίου.

Το μοναστήρι ιδρύθηκε από τον Άγιο Διονύσιο εν Ολύμπω γύρω στο 1542, επί Πατριάρχη Ιερεμία του Β’ (1522-1546) και όταν ήταν Σουλτάνος ο Σουλεϊμάν Α’ (1520-1566). Ο Άγιος, επιστρέφοντας από το Πήλιο, έλαβε από τον Τούρκο Αγά της περιοχής την άδεια νά κτίσει ελεύθερα μοναστήρι και μάλιστα του δόθηκε και η κυριότητα της περιοχής.

Ο Διονύσιος εν Ολύμπω έχτισε κελιά, παρεκκλήσια και μύλους ενώ φρόντισε για τον εμπλουτισμό του μοναστηριού με κειμήλια, λείψανα αγίων, εικόνες (ήταν ο ίδιος αγιογράφος), με βιβλιοθήκη πατερικών κειμένων και έγραψε κανονισμούς για την ομαλή λειτουργία της Μονής. Σύντομα τον ακολούθησαν στο Μοναστήρι πολλοί μοναχοί, καθώς η φήμη του Αγίου εξαπλώθηκε με τα θαύματά του και τη λιτή χριστιανική ζωή του. Έπειτα από 35 χρόνια σχεδόν από την ίδρυση της Μονής, έχουμε γραπτή μαρτυρία για την ακτινοβολία που εξέπεμπε σε επιστολή του Θεοδόσιου Ζυγομαλά προς το Στέφανο Γκέρλαχ, καταδεικνύοντας  τον εντυπωσιακά μεγάλο αριθμό μοναχών που υπήρχαν στη μονή σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα από την ίδρυσή της.